
Άννα Δ. Ξεναρίου-Χατζηφωτεινού
Η Άννα Ξεναρίου του Δημητρίου και της Μαρίας, σύζυγος Δημητρίου Χατζηφωτεινού, γεννήθηκε στη Μύκονο το 1946.
Πιστεύω ότι βοήθησαν πάρα πολύ τον κόσμο. Δεν είχαν αντιθέσεις και παράπονα. Ότι δούλεψαν, δούλεψαν! Αλλά και αμείφθησαν, και αναγνωρίστηκε η δουλειά τους και η προσφορά τους. Αξιολόγησαν τις επιδόσεις τους. Είχανε πριμ. Η ανταμοιβή τους ήτανε δίκαιη και αξιοκρατική. Δεν αδίκησαν κανέναν πιστεύω. Ήτανε πάντα παρόντες. Ήτανε συνεπείς. Εκτός απ’ την ασφάλεια που είχανε στο ταμείο τους του ΙΚΑ, τους είχανε ασφαλίσει τελευταία και σε μια ιταλική ασφάλεια, έξτρα, που ήτανε καλυμμένοι και αποκεί.
Αυτό που βοήθησε το Μεταλλείο, επίσης, ήτανε ότι άνοιξε και η αγορά της Μυκόνου με διάφορα είδη καταστημάτων, εμπορικά, εστιατόρια ασφαλώς, και η πορεία βεβαίως έδειξε και την εξέλιξη τη σημερινή. Πέρασαν άνθρωποι που ήτανε πλανόδιοι πωλητές, όπως ήτανε χρυσοχόοι, έμποροι υφασμάτων… Παραδείγματος χάριν, ο Γιώργος ο Κουφός, ο οποίος στην πορεία βοηθήθηκε τόσο πολύ, ενώ ερχότανε σαν ένας έμπορας που είχε τα υφάσματα στον ώμο του. Και έπαιζε βασικό ρόλο το Μεταλλείο, με τους ανθρώπους που απασχόλησε, για ν’ ανοίξει και η αγορά του νησιού. Και αυτό ήτανε η αφορμή για ν’ ανοίξουνε και καταστήματα τέτοιου είδους, όπως ήτανε ο Γιώργος ο Κουφός. Τον αναφέρω γιατί ήτανε ξένος για το νησί. Ένας Μυκονιάτης θα μπορούσε πιο εύκολα ν’ ανοίξει ένα μαγαζί. Εκείνος, ένας ξένος όμως, το επιδίωξε, παντρεύτηκε εδώ, έκανε οικογένεια και λοιπά.
Δε’ μπορώ να παραλείψω την αγωνία που είχα όταν απουσίαζε από το σπίτι μας 12, 48, 36 ώρες, χωρίς να έχουμε τα μέσα επικοινωνίας για να έχουμε μια πληροφορία. Απλά θυμάμαι πως στηνόμουνα καμμιά φορά στο λεωφορείο της βάρδιας, που κατέβαινε, για να μάθω κάτι για τον άντρα μου. Πού βρίσκεται και πώς… Να του στείλω ένα μήνυμα, να του στείλω φαγητό, πολλές φορές, με τους φίλους και γνωστούς που μπορούσαν να με εξυπηρετήσουνε. Βέβαια αυτό ήταν ψυχοφθόρο για μας, αλλά ήτανε ωραίο, γιατί ακόμα και αυτή η αγωνία στη ζωή μας είχε την ομορφιά της, για να επιβιώσουμε, να δουλέψουμε, να περιμένουμε, να μάθουμε πάρα πολλά πράγματα μέσα στην πορεία της ζωής μας.
Αν ψάξουμε στα βιβλία και βρούμε τις αναφορές των εκάστοτε περιηγητών στον τόπο μας, και ιδιαίτερα την αναφορά «εκ μητρός Μυκονίας», όταν τα παιδιά επικαλούντο αυτή τη φράση και καμάρωναν γι’ αυτό, είχε κι αυτό το νόημά του. Διότι, άνδρες δεν είχε το νησί. Ήτανε η ανάγκη της επιβίωσης που τους έκανε και απομακρυνόντουσαν από αυτό, και γι’ αυτό το λόγο μπορώ να πω σήμερα ότι οι άντρες αυτοί επαναπατρίστηκαν, δεν ταξίδεψαν, δεν έφυγαν, και έμειναν στον τόπο τους, και η κινητήριος δύναμις ήτανε το Μεταλλείο αυτό, που άνοιξε στο νησί μας το 1955, να μείνουν οι άντρες εδώ, να καμαρώνουν ακόμα και για τους πατεράδες τους τα παιδιά σήμερα, να δημιουργήσουν οικογένειες, να δημιουργήσουν επιχειρήσεις, να ζήσουν σίγουρα καλύτερα απ’ ό,τι εμείς ζήσαμε, και πιστεύω ότι απολαμβάνουν αυτά που δημιουργήσαμε εμείς, τους δώσαμε τα χνάρια, τους δώσαμε τις βάσεις και τα θεμέλια νομίζω για να ’χουν και αυτά μια καλύτερη ζωή.
[συνέντευξη-ηχογράφηση: Δ. Λοΐζου, 05-02-2016]